Με την έλευση του χειμώνα, ένα σπίτι «αποχαιρετά» για αρκετούς μήνες την οικονομία στους λογαριασμούς που του εξασφαλίζει ο ηλιακός θερμοσίφωνας, αφού οι θερμοκρασίες είναι πλέον όλο το 24ωρο αρκετά χαμηλές για να μπορέσει ο ήλιος να εξασφαλίσει ζεστό νερό. Στην περίπτωση των ηλιακών σύγχρονης τεχνολογίας, όμως, ίσως δεν υπάρχει πιο διαδεδομένος μύθος απ’ την παραπάνω πρόταση, αφού το γεγονός ότι ο υδράργυρος παίρνει την κατιούσα δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως μπαίνουν σε… χειμερία νάρκη κι αποσύρονται απ’ την ενεργό δράση.
Ο λόγος είναι ότι, πίσω απ’ τον όρο «σύγχρονη τεχνολογία», κρύβονται ορισμένα καινούρια χαρακτηριστικά-κλειδιά, που κάνουν τη λειτουργία των ηλιακών να εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά απ’ την ηλιοφάνεια, ανεξαρτήτως θερμοκρασίας. Επομένως, τα μοντέλα νέας γενιάς μπορούν να θερμάνουν νερό για όλες τις χρήσεις του νοικοκυριού και με το χειμωνιάτικο ήλιο, ακόμη και όταν οι ημέρες αυτές χαρακτηρίζονται από «ήλιο με δόντια».
Νέες τεχνολογίες
Το πρώτο απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά είναι οι επιλεκτικοί συλλέκτες που διαθέτουν, οι οποίοι έχουν υποστεί ειδική επεξεργασία ώστε όχι μόνο ν’ απορροφούν μεγαλύτερο ποσοστό της ηλιακής ακτινοβολίας (πάνω από το 95%), αλλά και να έχουν εξαιρετικά μειωμένες απώλειες. Μάλιστα, για συνθήκες χαμηλής ηλιακής ακτινοβολίας και περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα, υπάρχουν –επίσης- πιο αποδοτικά μοντέλα με συλλέκτες με σωλήνες κενού, που εξασφαλίζουν ακόμη μεγαλύτερη απορρόφηση.
Παράλληλα, όλα τα μοντέλα είναι πλέον κλειστού κυκλώματος, δηλαδή ζεσταίνουν έμμεσα το νερό χρησιμοποιώντας ένα θερμαινόμενο ρευστό που «ανεβάζει» τη θερμοκρασία του απ’ τον ήλιο. Έτσι, έχουν βελτιωμένη απόδοση, ενώ παράλληλα εγγυώνται πολύ μεγαλύτερη αντοχή στον παγετό.
Αντίθετα, οι θερμοσίφωνες παλιότερης «γενιάς» ήταν ανοιχτού κυκλώματος, δηλαδή θέρμαιναν το νερό απευθείας απ’ τον ήλιο. Έτσι, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η επιφάνεια απορρόφησης της ηλιακής ακτινοβολίας ήταν απλοί χάλκινοι συλλέκτες, βαμμένοι μαύροι, είχε ως συνέπεια να τα «βρίσκουν σκούρα» στα κρύα του χειμώνα, ακόμη και τις ημέρες με έντονη ηλιοφάνεια.
Ελάχιστες επιδόσεις
Πόσο αποδοτικά, όμως, μπορούν να λειτουργήσουν τα μοντέλα νέας «γενιάς», χάρη στις καινοτομίες που ενσωματώνουν; Μία ενδεικτική εικόνα δίνουν οι ελάχιστες απαιτήσεις που έθετε ο Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης Κτιριακού Τομέα (ΚΕΝΑΚ) του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο οποίος ίσχυε μέχρι το Νοέμβριο του 2017. Σκοπός του ΚΕΝΑΚ είναι να καθορίσει τις minimum προδιαγραφές που πρέπει να έχουν όλες οι παράμετροι που επηρεάζουν την ενεργειακή συμπεριφορά ενός κτιρίου, όπως ο αρχιτεκτονικός του σχεδιασμός, ή τα θερμικά χαρακτηριστικά των δομικών στοιχείων του κελύφους.
Έτσι, στην περίπτωση των ηλιοθερμικών συστημάτων, ο παλιός Κανονισμός ήταν αρκετά αναλυτικός, αφού προέβλεπε ελάχιστες απαιτήσεις ειδικά για καθεμιά απ’ τις 4 κλιματικές ζώνες της Ελλάδας. Κι αυτό γιατί, σε κάθε ζώνη, είναι διαφορετικός ο ετήσιος αριθμός των ημερών με ηλιοφάνεια.
Οι 4 κλιματικές ζώνες είναι οι παρακάτω:
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΖΩΝΗ | ΝΟΜΟΙ |
ΖΩΝΗ Α | Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο, Λασίθι, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Σάμος, Μεσσηνία, Λακωνία, Αργολίδα, Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Ιθάκη |
ΖΩΝΗ Β | Κορινθία, Ηλεία, Αχαΐα, Αιτωλοακαρνανία, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Βοιωτία, Αττική, Εύβοια, Μαγνησία, Σποράδες, Λέσβος, Χίος, Κέρκυρα, Λευκάδα, Θεσπρωτία, Πρέβεζα, Άρτα |
ΖΩΝΗ Γ | Αρκαδία, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Λάρισα, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Πιερία, Ημαθία, Πέλλα, Θεσσαλονίκη, Κιλκίς, Χαλκιδική, Σέρρες, Καβάλα, Δράμα, Θάσος, Σαμοθράκη, Ξάνθη, Ροδόπη, Έβρος |
ΖΩΝΗ Δ | Γρεβενά, Κοζάνη, Καστοριά, Φλώρινα |
Έτσι, ο ΚΕΝΑΚ προέβλεπε πως, σ’ ετήσια βάση, το ποσοστό του «ηλιακού μεριδίου» στο ζεστό νερό χρήσης όφειλε να είναι τουλάχιστον 80% στη ζώνη Α, 75% στη ζώνη Β, 70% στη ζώνη Γ και 65% στη ζώνη Δ.
Έτσι, π.χ. στην Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, θεωρείται δεδομένο πως ο ηλιακός οφείλει να καλύπτει τις ανάγκες κι ενός μέρους του χειμώνα. Απ’ την άλλη μεριά, αν και στη ζώνη Β (π.χ. Αττική, Λέσβος), ή τη ζώνη Γ (π.χ. Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη) φαίνεται να μένουν «εκτός» οι 3 χειμερινοί μήνες, στην πραγματικότητα τα ποσοστά του Κανονισμού αποτελούν τις minimum απαιτήσεις, δηλαδή τις επιδόσεις του ηλιακού στο… χειρότερο σενάριο εγκατάστασης στις παραπάνω περιοχές.
Έτσι, όπως είναι φυσικό, το σενάριο αυτό αφορά στις πιο αντίξοες συνθήκες σε κάθε κλιματική ζώνη, που αποτελούν την εξαίρεση, κι όχι τον κανόνα. Κάτι που σημαίνει πως στην πράξη η επίδοση του ηλιακού ξεπερνά αισθητά αυτό τον πήχη.
Προσοχή στην επιλογή
Ποια στοιχεία καθορίζουν αν ένας ηλιακός μόλις που θα ικανοποιεί τις ελάχιστες απαιτήσεις μίας κλιματικής ζώνης, ή θ’ αποδίδει ακόμη καλύτερα; Σίγουρα παίζουν ρόλο παράμετροι στις οποίες δεν μπορεί κανείς να παρέμβει, όπως για παράδειγμα το μικροκλίμα στην περιοχή εγκατάστασης, ή η απόσταση του διαμερίσματος απ’ την ταράτσα – αφού όσο περισσότερα μέτρα πρέπει να διανύσει το ζεστό νερό για να φτάσει στο σπίτι, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι θερμικές απώλειες.
Ωστόσο, μεγάλη σημασία έχει και η ποιότητα του ηλιακού, αφού αν π.χ. η θερμομονωτική του επένδυση δεν είναι η κατάλληλη, τότε το νερό δεν θα παραμένει ζεστό κατά τη διάρκεια της νύχτας – και ιδιαίτερα το χειμώνα που η θερμοκρασία πέφτει αρκετά χαμηλά.
Αυτός είναι και ο λόγος που, στην επιλογή μοντέλου, σημαντικότερο κριτήριο αποτελεί η αξιοπιστία του κατασκευαστή, παρά η τιμή του προϊόντος. Εξάλλου, με δεδομένο πως το 70% του κόστους ενός ηλιακού αφορά τις πρώτες ύλες κατασκευής του, σ’ ένα πολύ φθηνό προϊόν πιθανότατα έχουν γίνει σημαντικές «εκπτώσεις» στα υλικά του.
Οικονομία και απ’ το χλιαρό νερό σε συνθήκες έντονης συννεφιάς
Ακόμη όμως και σε συνθήκες έντονης συννεφιάς, ο ηλιακός δεν είναι εντελώς άχρηστος. Αντιθέτως, σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί τουλάχιστον να προθερμάνει το νερό, κάνοντάς το χλιαρό από κρύο.
Κατά συνέπεια, ανάβοντας την ηλεκτρική αντίσταση, για να φτάσει το νερό στην επιθυμητή θερμοκρασία, θα χρειαστεί λιγότερος χρόνος για να γίνει καυτό, κι επομένως η κατανάλωση ρεύματος θα είναι μικρότερη. Κάτι που σημαίνει πως και πάλι ο ηλιακός θα σου κάνει εξοικονόμηση.