Μπορεί να έχεις ακούσει πως τα κλιματιστικά τεχνολογίας Inverter είναι πολύ πιο αποδοτικά από τα μοντέλα παλιότερου τύπου, τα οποία έχουν πλέον αποσυρθεί από την αγορά. Γνωρίζεις, όμως, πόσο λιγότερο ρεύμα «καίνε» για να προσφέρουν θερμική άνεση όλες τις εποχές του χρόνου; Η απάντηση είναι έως και 65% το καλοκαίρι, σε λειτουργία ψύξης, και γύρω στο 45% το χειμώνα, για όσους τα χρησιμοποιούν και για να ζεσταθούν.
Μάλιστα, οι παραπάνω διαφορές δεν προκύπτουν συγκρίνοντας σύγχρονα air-condition με εξαιρετικά παλιά μηχανήματα, τα οποία λόγω «ηλικίας», είναι απίθανο να υπάρχουν ακόμη σε ελληνικά σπίτια. Κι αυτό γιατί μοντέλα παλιότερου τύπου (ή τεχνολογίας On/off όπως είναι επίσης γνωστά) πωλούνταν μέχρι και πριν από λίγο περισσότερο από μία δεκαετία στη χώρα μας, όπως και σ’ όλη την υπόλοιπη Ευρώπη.
«Έτη φωτός» η διαφορά στην κατανάλωση
Με δεδομένο, λοιπόν, πως τα παλιότερου τύπου κλιματιστικά «συνυπήρχαν» μέχρι και πριν από μερικά χρόνια στην αγορά με τα (ακριβότερα τότε) μοντέλα Inverter, αν είχες αγοράσει τότε ένα μοντέλο On/off, τότε «φουσκώνεις» υπερβολικά τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού κάθε καλοκαίρι για να δροσίζεσαι, ή και κάθε χειμώνα για να ζεσταίνεσαι.
Μάλιστα, στα χρόνια που μεσολάβησαν, οι κατασκευαστές εξέλιξαν ακόμη περισσότερο την απόδοση της τεχνολογίας Inverter. Επομένως, ένα μέσο σημερινό προϊόν έχει εντυπωσιακά μικρότερη κατανάλωση από το μηχάνημά σου και, κατά συνέπεια, θεαματικά μικρότερη επιβάρυνση στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού.
Παραδείγματα
Ας δούμε με παραδείγματα πόση μπορεί να είναι η διαφορά στη δαπάνη ρεύματος. Έτσι, ένα κλιματιστικό του 2007 με ισχύ 9.000 BTU, καταναλώνει κάθε καλοκαίρι 420 κιλοβατώρες (kWh) σε λειτουργία ψύξης για 350 ώρες, δηλαδή για το χρονικό διάστημα που κατά μέσο όρο χρησιμοποιείται για δροσιά. Αντίθετα, ένα μέσο σημερινό μηχάνημα ίδιας ισχύος θα επιβαρύνει τους καλοκαιρινούς λογαριασμούς ρεύματος κατά 65% λιγότερο, αφού θα «κάψει» 131 κιλοβατώρες.
Στην περίπτωση που οι δύο συσκευές χρησιμοποιούνται και για ζέστη το χειμώνα, τότε, με το μοντέλο 11ετίας, χρειάζεσαι 1204 κιλοβατώρες (kWh) για 1400 ώρες λειτουργίας, όσο δηλαδή είναι το μέσο χρονικό διάστημα θέρμανσης τους χειμερινούς μήνες. Από την άλλη, το σύγχρονο μηχάνημα θα χρειαστεί περίπου 40% λιγότερες (727 κιλοβατώρες).
Εξίσου μεγάλες διαφορές προκύπτουν όμως και στις καταναλώσεις παλιών και νέων μοντέλων μεγαλύτερης ισχύος, δηλαδή περισσότερων BTU. Έτσι, ένα κλιματιστικό 12.000 BTU, πάλι του 2007, δαπανά σ’ ετήσια βάση 420 κιλοβατώρες για ψύξη και 1750 για θέρμανση. Αντίθετα, ένα μέσο σημερινό μοντέλο θα παρέχει δροσιά το καλοκαίρι με 55% μικρότερη κατανάλωση ρεύματος (183 KWh) και ζέστη το χειμώνα με 45% οικονομία (933 KWh).
Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση των air-condition 18.000 BTU, τα ποσοστά οικονομίας κινούνται στο 55% για την ψύξη, και στο 35% για τη θέρμανση. Κι αυτό γιατί, τη στιγμή που ένα κλιματιστικό 18.000 BTU του 2007 θα «κάψει» 612 κιλοβατώρες το καλοκαίρι και 2380 το χειμώνα, ένα μέσο τωρινό μοντέλο θα χρειαστεί μόλις 260 και 1505 κιλοβατώρες, αντίστοιχα.
Όπως είναι φυσικό, και στην περίπτωση των κλιματιστικών 24.000 BTU, τα σύγχρονα μοντέλα έχουν ξεκάθαρο πλεονέκτημα, προσφέροντας οικονομία λίγο πάνω από 50% στην ψύξη και περίπου 45% στη θέρμανση. Έτσι, μία σημερινή συσκευή θα σε δροσίζει το καλοκαίρι δαπανώντας 361 κιλοβατώρες και θα σε ζεσταίνει το χειμώνα με 1820 KWh, ενώ ένα μοντέλο του 2007 θα επιβάρυνε τους λογαριασμούς σου με 791 και 3.248 KWh αντίστοιχα.
«Επιστροφή» όλου του ποσού αγοράς σε 3-3,5 χρόνια για ψύξη & θέρμανση
Για την παραπάνω σύγκριση, δεν χρησιμοποιήθηκαν σύγχρονα κλιματιστικά που είναι «πρωταθλητές» στην ενεργειακή απόδοση, αφού τότε στη λειτουργία ψύξης, για παράδειγμα, η οικονομία αυξάνεται στο 74% για τα μοντέλα 9.000 BTU και στο 65% για τις συσκευές 12.000 BTU. Όμως, ακόμη κι από ένα μέσο σύγχρονο air-condition αργά, ή γρήγορα θα «πάρεις πίσω» όλο το ποσό που ξόδεψες για την αντικατάσταση, από την οικονομία στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού.
Έτσι, στην περίπτωση απόσυρσης του μοντέλου 9.000 BTU του 2007, για όποιο χρησιμοποιεί τον κλιματισμό και το χειμώνα για θέρμανση, η εξοικονόμηση χρημάτων ξεπερνά ετησίως τα 120 ευρώ. Επομένως, η απόσβεση του καινούριου μηχανήματος θα γίνει σε λίγο περισσότερο από 3 χρόνια.
Με την απόσυρση του μοντέλου 12.000 BTU «ηλικίας» 11 ετών, η εξοικονόμηση σ’ ετήσια βάση είναι αρκετά μεγαλύτερη από 150 ευρώ, με συνέπεια το νέο air condition να «επιστρέψει» το ποσό εξαγοράς του περίπου σε 2,5 χρόνια, αν χρησιμοποιείται τόσο για ψύξη, όσο και για θέρμανση. Και πάλι για τις δύο λειτουργίες, η αντικατάσταση του μοντέλου 18.000 BTU «μεταφράζεται» σε οικονομία πάνω από 200 ευρώ ετησίως, ώστε η απόσβεση να γίνεται γύρω στα 3,5 χρόνια. Απόσβεση σε μία 3ετία θα γίνει στην αντικατάσταση του air-condition 24.000 BTU, αφού η οικονομία κάθε χρόνο ξεπερνά τα 300 ευρώ.
Οικονομία από το νέο κλιματιστικό όταν χρησιμοποιείται μόνο το καλοκαίρι
Αν πρόκειται να χρησιμοποιήσεις το νέο air-condition μόνο ως «αντίδοτο» για τους καύσωνες, κι όχι και για θέρμανση το χειμώνα, όπως είναι φυσικό, θα «πάρεις πίσω» αργότερα το ποσό αγοράς του. Ωστόσο, και πάλι θ’ αποσβέσεις τη νέα σου συσκευή αρκετά νωρίτερα από τη διάρκεια «ζωής» της.
Έτσι κι αλλιώς, με βάση τα παραπάνω παραδείγματα, η αντικατάσταση του κλιματιστικού 9.000, ή 12.000 BTU συνεπάγεται εξοικονόμηση πάνω από 50 ευρώ ετησίως από τους λογαριασμούς ρεύματος, του κλιματιστικού 12.000 BTU άνω των 60 ευρώ και του μοντέλου 24.000 BTU πάνω από 80 ευρώ.