Από την Ιωάννα Σταμούλου
Ξεκίνησε σαν μόδα των τελευταίων χρόνων που ήρθε από την Αμερική. Μέχρι που σιγά σιγά αυτό το σούπερ λαχανικό μπήκε στη ζωή και στο πιάτο μας.
Το kale είναι ένα είδος λαχανίδας συγγενής με το μπρόκολο και τα λαχανάκια Βρυξελλών. Οπτικά μοιάζει με τα φύλλα του μπρόκολου και γευστικά θυμίζει λάχανο. Αυτό όμως που το κάνει ξεχωριστό είναι η μεγάλη θρεπτική αξία του, μεγαλύτερη απ’ ότι τα υπόλοιπα φυλλώδη λαχανικά της οικογένειάς του. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες kale. Η «Curly» που είναι η πιο γνωστή απ’ όλες στην Ελλάδα είναι κι η πιο δημοφιλής στην παγκόσμια αγορά. Τα φύλλα της είναι σφιχτοδεμένα και κατσαρά και οι μίσχοι της ινώδεις. Όσο πιο φρέσκο είναι τόσο πιο εύκολα σχίζονται τα φύλλα του. Τη συναντάμε σε ανοιχτό, ή βαθύ πράσινο και σε μωβ χρώμα. Η «Lacinato», ή «Dinosaur» πιο γλυκιά κι εκλεπτυσμένη, είναι μια ποικιλία με πράσινο-μπλε χρώμα που παραμένει σκληρή ακόμα και μετά το μαγείρεμα. Η «Red Russian» έχει επίπεδα φύλλα σαν της ρόκας με μια σκούρα κοκκινωπή απόχρωση στο κοτσάνι. Η γεύση της είναι γλυκιά, ήπια κι αφήνει μια ελαφριά αίσθηση πιπεριού. Πριν μαγειρευτεί της αφαιρούμε τα κοτσάνια γιατί είναι πολύ σκληρά. Η εντυπωσιακή «Redbor» είναι κατσαρή σε σκούρο μωβ χρώμα κι εκτός από φαγητό χρησιμοποιείται και για διακόσμηση πιάτων αλλά και χώρων, κήπων κ.λπ.
H ιστορία του
Το kale καλλιεργείται εδώ και 2.000 χρόνια και φαίνεται πως ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες οι οποίοι καλλιεργούσαν, έβραζαν κι έτρωγαν κάτι πράσινα φυλλώδη λάχανα (που έμοιαζαν με το kale) ως θεραπεία για τη μέθη. Πιστεύεται ότι στην Ευρώπη το έφεραν οι Κέλτες από τη Μικρά Ασία γύρω στο 600 π.Χ. κι αποτελούσε την κύρια διατροφή μέχρι το Μεσαίωνα. Μετά τον Μεσαίωνα εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και την Ασία ενώ στη συνέχεια Ιταλοί, Ρώσοι και Σκωτσέζοι ανέπτυξαν διάφορα είδη kale. Επειδή αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες, εξαπλώθηκε κι έφτασε μέχρι τη Βόρεια Αμερική τον 17ο αιώνα. Στη διάρκεια της κατοχής οι πρόγονοί μας το χρησιμοποιούσαν πολύ, ενώ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πέρασε στην αφάνεια και για δεκαετίες το αγνοούσαν. Επανήλθε στο προσκήνιο τα τελευταία μόλις χρόνια, πρώτα στο εξωτερικό και κυρίως στις ΗΠΑ, έγινε διατροφικό trend και πλέον το συναντάμε σε ψαγμένα μανάβικα και σούπερ μάρκετ, αλλά και στα μενού πολλών εστιατορίων. Στην Ελλάδα είναι λιγοστοί οι παραγωγοί που το καλλιεργούν (στην Αττική, στην Εύβοια στην Κρήτη, αλλά και στη Δράμα).
Θρεπτική αξία
Μια κούπα ψιλοκομμένο kale έχει μόλις 33 θερμίδες, αλλά περιέχει 5 φορές περισσότερη βιταμίνη C από το σπανάκι, ενώ είναι πλούσιο σε βιταμίνη Α και καροτενοειδή. Μια κούπα περιέχει πάνω από το 200% της ημερήσιας συνιστώμενης ποσότητας. Επίσης είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες, φυτικές ίνες, σίδηρο, μαγγάνιο, φώσφορο, μαγνήσιο, ποτάσιο, ασβέστιο, κι άλλες ωφέλιμες ουσίες. Κατέχει πολύ υψηλή θέση στον κατάλογο με τις τροφές που προστατεύουν από τον καρκίνο καθώς κι από πολλές ακόμα παθήσεις, ενώ η θερμιδική και διατροφική του αξία το καθιστούν σε απόλυτο ρυθμιστή της πέψης και μια εξαιρετική επιλογή για όσους κάνουν δίαιτα κι ακολουθούν ένα πιο υγιεινό διαιτολόγιο.
Αγορά και συντήρηση
Οι περισσότερες ποικιλίες kale πικρίζουν πολύ γρήγορα, γι’ αυτό και πρέπει να πλένονται πολύ καλά, να φυλάσσονται μέσα σε πλαστική σακούλα στη συντήρηση του ψυγείου και να καταναλώνονται σε 2-3 μέρες από την ημέρα της αγοράς. Αν δεν την πλύνουμε διατηρείται στο ψυγείο για 5-7 μέρες. Του αφαιρούμε συνήθως το χοντρό κεντρικό κοτσάνι που είναι πολύ σκληρό.
Χρήση στην κουζίνα
Μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε, όπως ακριβώς και το σπανάκι. Ο καλύτερος τρόπος να απολαύσουμε πάντως το kale είναι ωμό σε σαλάτες ή ελαφρά βρασμένο στον ατμό. Βέβαια, για να καταναλωθεί ωμό λόγω των σκληρών του φύλλων πρέπει πρώτα να του γίνει ένα καλό μασάζ με ελαιόλαδο γιατί αλλιώς τόσο η κατάποση όσο και η πέψη του είναι δύσκολη. Είναι επίσης ιδανικό για πράσινους χυμούς και smoothies. Στην αγορά κυκλοφορούν και τσιπς kale σαν υποκατάστατο των κλασικών τσιπς πατάτας κι έχουν πολλούς φαν, αν και είναι κάπως ακριβά.